Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα θάνατος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα θάνατος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο 16 Μαΐου 2020

"Μας κατατρώει το τίποτα *…"



Θερίζει ο καρκίνος, όπως σε κάθε εποχή και μια σοβαρή ασθένεια.

Τις προάλλες μου ανέφεραν πάλι δυο νέους ανθρώπους που έφυγαν από κοντά μας. Και καθημερινά φεύγουν πολλοί. Ωστόσο αναλογίζεται κανείς ότι ο θάνατος μέσα στο απόλυτο μαύρο του έχει και φως. Κοιτάζοντας το αναπόφευκτο του, μπορεί να σε ευεργετήσει, από την άποψη ότι ξυπνά μέσα σου την επιθυμία για ζωή.

Τόσο εγώ προσωπικά όσο και πολλοί φίλοι και γνωστοί, μετά από μια περιπέτεια υγείας ή κάποιο σοβαρό ατύχημα, επανεκτίμησαν την ζωή στην ολότητα της. Είδαν εκ νέου αυτά που πριν απλά κοιτούσαν.

Άλλαξαν τις σάπιες αξίες τους, και αναθεώρησαν την άποψη περί αυτονοήτων. Όχι δεν υπάρχουν αυτονόητα. Είναι απάτη να πιστεύεις κάτι τέτοιο. Όλα τα στήνουμε κάθε μέρα από την αρχή. Κανείς δεν μας υπόσχεται ότι το πρωί θα δούμε ξανά εκείνους που αγαπάμε,αυτά που μας αρέσουν, αυτά που κάνουν όμορφη την ύπαρξη μας.

Γι’ αυτό όσο μεγαλώνω, πιστεύω ότι το μεγαλύτερο δώρο της ζωής είναι να συνειδητοποιήσουμε την θνητότητα μας. Αυτό δηλαδή στο οποίο επιμένει ο Χριστός. Γιατί; Γιατί αυτή η κατανόηση θα μας ωθήσει στην ζωή. Μονάχα όσοι συνάντησαν τον θάνατο έτρεξαν με ορμή και δίψα προς την ζωή. Το να κοιτάξω κατάματα και με βαθιά αποδοχή την θνητότητα μου, θα γκρεμίσει τις ψεύτικες επιφανειακές αξίες μου. Θα καταλάβεις πόσο ανόητο είναι όλη μέρα μετά μανίας να κυνηγάς λεφτά, φήμη, δόξα, και επιβεβαίωση. Στα πιο ανόητα και σάπια θέματα φεύγει η ζωή μας.

Αναφέρει χαρακτηριστικά ο Mark Manson, «αυτή η αποδοχή του θανάτου μου, η κατανόηση της εύθραυστης φύσης μου, έχει κάνει τα πάντα ευκολότερα -με απάλλαξε από εθισμούς και με βοήθησε να διακρίνω και να αντιμετωπίσω τον εγωισμό μου, όπως επίσης και τα αποδεχθώ την ευθύνη για τα δικά μου προβλήματα- να υποφέρω τους φόβους και τις αβεβαιότητες μου, να δέχομαι τις αποτυχίες μου και να αγκαλιάζω τις απορρίψεις- όλο αυτό το φορτίο έγινε πιο ελαφρύ μέσα από την σκέψη του δικού μου θανάτου. Όσο περισσότερο κοιτάζω μέσα στο σκοτάδι, τόσο πιο φωτεινή γίνεται η ζωή, τόσο πιο ήρεμος γίνεται ο κόσμος, τόσο μικρότερη ασυναίσθητη αντίσταση νιώθω απέναντι σε… οτιδήποτε.» Άλλωστε μην ξεχνάμε ότι η Ανάσταση του Χριστού, είναι μια βαθιά μεταμόρφωση της ζωής που δεν γνωρίζει θάνατο.

*(η φράση ανήκει στον Τσαρλς Μπουκόφσι)

π. Λίβυος

Τρίτη 3 Σεπτεμβρίου 2019

Για τον θάνατο των νέων ανθρώπων...


Ένα ερώτημα που συγκλονίζει πιστούς και άπιστους. Η απάντηση της Ορθοδόξου πίστεως είναι πολύ απλή από όσο μπορούμε να δούμε μέσα από την Αλήθεια της Αναστάσεως.
Η λογική απάντηση είναι : Πολύ απλά διότι υπάρχει φθορά η οποία δεν κάνει διακρίσεις για κανένα ανθρώπινο ον είτε είναι 5 ετών είτε είναι 85. Όπως δεν κάνει διάκριση η βαρύτητα σε κανέναν αντικείμενο.
Εάν δεν υπήρχε Ανάσταση όντως ο Θάνατος ενός παιδιού 10 ετών είναι άδικος, αλλά από την στιγμή που υπάρχει Ανάσταση των νεκρών αδικία δεν μπορούμε να προσάψουμε πουθενά πόσο μάλλον στον Θεό διότι έχουμε και συνέχεια μετά τον τάφο, όπου πάρουμε και πολλές απαντήσεις γιατί συνέβησαν όλα αυτά τελικά στην ζωή μας και θα δούμε ότι πίσω από αυτό που εμείς ονομάζαμε αδικία ήταν η προσκλητική αγάπη του Θεού να μας σώσει.
Από οντολογικής άποψης η απάντηση είναι η εξής:
Πολύ απλά ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ θάνατος . . .
Αυτό που λέμε θάνατο όταν βλέπουμε έναν νεκρό είναι ένας αποχωρισμός ψυχής από το σώμα λόγω της φθοράς και αντικρίζουμε ένα αποτέλεσμα αυτού του γεγονότος το οποίο με την Ανάσταση θα έχουμε επανένωση ψυχής και σώματος όταν ηχήσουν οι σάλπιγγες. Φυσικά ο Θεός δεν είναι αίτιο κακών όπως έλεγε και ο Μέγας Βασίλειος , ούτε θέλει να πεθάινουν τα παιδιά, το ότι θα πει κάποιος παραχωρεί η παρεμβαίνει από την άλλη σε κάποιες περιπτώσεις  αυτό γίνεται για λόγους σωτηρίας και είναι μέσα στην βουλή του Θεού. Δεν μπορούμε εμείς να βγάζουμε συμπεράσματα, είμαστε απλά ανίκανοι για κάτι τέτοιο μόνο σιωπή μπορούμε να δώσουμε. Εξάλλου ο θάνατος των δικαίων για την Εκκλησία ειναι γιορτή! 
Έχουμε δηλαδή κοίμηση, αναμονή και προσδοκία αναστάσεως.
Γιατί δεν το καταλαβαίνουμε ; Γιατί δεν το βιώνουμε; Πολύ απλά διότι δεν έχουμε «αίσθηση ζωής αιωνίου». Όταν λέμε ότι πέθανε ένα παιδί , απλά υπάρχει ένας διαχωρισμός ψυχής και σώματος για λίγα χρόνια όπως έλεγε και ο Άγιος Παϊσιος. Ο Θάνατος είναι ένας μικρός αποχωρισμός για λίγα έτη, γι’ αυτό και στην εκκλησία βιώνουμε την αίσθηση της χαρμολύπης. Λύπη για τον αποχωρισμό , αλλά χαρά διότι ο θάνατος καταργήθηκε και θα ξανασυναντηθούμε. Δεν θα βρούμε πουθενά επικήδειους λόγους στα τροπάρια της εκκλησίας διότι πολύ απλά όλα τα κείμενα ανθίζουν υμνολογικά από την οσμή της Αναστάσεως.
Αναφέρει ο Δημήτριος Τσελεγγίδης, Καθηγητής Δογματικής, Θεολογική Σχολή ΑΠΘ :
"Ο Θεός αποφασίζει τον θάνατο του κάθε ανθρώπου με βάση την παγγνωσία και την αγάπη του. Τούτο, πρακτικώς, σημαίνει ότι ο κάθε άνθρωπος πεθαίνει στην καλύτερη χρονική στιγμή γι’ αυτόν. Κατά συνέπεια, μία ενδεχόμενη παράταση της ζωής μας, πέρα από το όριο, που έθεσε η αγάπη του Θεού για τον καθένα μας, θα είχε αρνητικό αποτέλεσμα στην ποιότητα της αιωνίου ζωής μας. Γι’ αυτό, θα πρέπει να δεχόμαστε την απόφαση του Θεού, για την οριοθέτηση της ζωής όλων των ανθρώπων, με ευγνώμονα και ευχαριστιακή διάθεση."
Έλεγε ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος :
«Αν είναι να πάω στον παράδεισο κόψτε μου το κεφάλι ΤΩΡΑ!».
Μα δεν έζησε τη ζωή του! Είναι άδικο!!!
Ποιος μας είπε ότι αυτό που βιώνουμε είναι η πραγματική ζωή; Και τι σημαίνει ζωή ; Με κοσμικά κριτήρια; Το άδικο τι κριτήρια έχει ; Μάλλον κοσμικά και εγωϊστικά. Με την ίδια λογική θα πρέπει να βρίζουμε τον Θεό την ημέρα που εορτάζουν παιδομάρτυρες! Δηλαδή παιδιά που πέθαναν για τον Χριστό! (πω πω Αδικία θα πουν κάποιοι, μα δεν έζησε τη ζωή του) Και ο Άγιος Παϊσιος δεν έζησε την ζωή του με την κοσμική έννοια. Μια ζωή σε βουνά και λαγκάδια χωρίς μπουζούκια και χαβαλέ. Το θέμα δεν είναι αν έζησε κάποιος την ζωή του αλλά ΤΙ ζωή έζησε, και ΠΩΣ έζησε αυτή τη ζωή. Αν η ζωή δεν έχει Χριστό, δεν είναι ζωή, είναι απλά μια βιολογική χρονική εξέλιξη ενός όντος που απλά του αρέσει να τρέφεται με ηδονές. Τα πτυχία, οι παντρειές, τα παιδιά, τα εγγόνια, οι περιουσίες δεν θα μας προσφέρουν τίποτα, είναι απλά ένα αλατοπίπερο , ένα εργαλείο πορείας, δρόμοι συνάντησης και πνευματικής μεταμόρφωσης που επιλέγει ο καθένας μέσα από τον χώρο της ελευθερίας του. Εξάλλου κάθε μέρα που περνάει είναι μέρα ευκαιρίας για μετάνοια και όχι για να "Γλεντήσουμε την ζωή μας".
Οι νεκροί κοιμούνται είτε είναι 5 χρονών είτε 55 είτε 105 και περιμένουν. Τα χρόνια δεν έχουν καμία σημασία. Όταν φεύγει ένας άνθρωπος από την ζωή στεναχωριώμαστε διότι χάνουμε κάτι που μας ανήκει για αυτό έρχεται και μεγάλη λύπη. Δεν καταλαβαίνουμε ότι απλά προσφέρεται στο Θεό κάτι που απλά είχαμε τιμή να μας στο δωρίσει εκείνος και στην ουσία βρίσκει τον προορισμό του στην δική του αγκαλιά. «Τα σα εκ των σων».
Πολλές φορές η λύπη από τον χαμό ενός ανθρώπου είναι και λύπη που θα χάσω τις προσδοκίες που είχα για αυτόν τον άνθρωπο πχ Να δω το παιδί μου παντρεμένο, να μου φέρει εγγόνια, να το παντρέψω, να το βλέπω να μεγαλώνει. Όλα αυτά είναι ανθρώπινες «λογικές» επιθυμίες και φυσικά είναι μεγάλη πληγή μια ανθρώπινη απώλεια και ιδιαίτερα ενός παιδιού αλλά δεν γνωρίζουμε το σχέδιο του Θεου για την σωτηρία του ανθρώπου. Το θέμα δεν είναι τι θέλω εγώ για το άλλον, αλλά τι συμφέρει την ζωή του δικού μου ανθρώπου για την σωτηρία του. Καλό και ανθρώπινο είναι να θέλουμε να ζήσουμε όλοι μέχρι τα 200 και να πηγαίναμε στον Παράδεισο αλλά δυστυχώς δεν είναι έτσι τα πράγματα.
Το θέμα μας δεν είναι ο σωματικός θάνατος αλλά ο πνευματικός. Το σώμα θα το χάσουμε διότι κινείται στην φθορά. Το θέμα μας είναι μην χάσουμε τον Χριστό και την σωτηρία. Δεν πρέπει να μας αφορά αν και πότε θα φύγουμε από την ζωή αλλά αν θα αντικρύσουμε τον Χριστό και τι απολογία θα δώσουμε.

Γιατί ο Θεός παίρνει τους νέους; Απάντηση απο τον Όσιο γέροντα Παϊσιο

Στην ερώτηση «γιατί ο Θεός επιτρέπει να πεθαίνουν τόσοι νέοι άνθρωποι;» ο Παΐσιος απαντά πως ο Θεός παίρνει τον κάθε άνθρωπο «στην καλύτερη στιγμή της ζωής του», «για να σώσει την ψυχή του». Ιδού το όλο σχέδιο:
«Εάν δει ότι κάποιος θα γίνει καλύτερος, τον αφήνει να ζήσει. Εάν δει όμως ότι θα γίνει χειρότερος, τον παίρνει για να τον σώσει. Μερικούς πάλι, που έχουν αμαρτωλή ζωή, αλλά έχουν τη διάθεση να κάνουν το καλό, τους παίρνει κοντά Του, πριν προλάβουν να το κάνουν, επειδή ξέρει ότι θα έκαναν το καλό μόλις τους δινόταν η ευκαιρία. Είναι δηλαδή σαν να τους λέει: “Μην κουράζεσθε• αρκεί η καλή διάθεση που έχετε”. Άλλον, επειδή είναι πολύ καλός, τον διαλέγει και τον παίρνει κοντά Του, γιατί ο παράδεισος χρειάζεται μπουμπούκια. Φυσικά, οι γονείς και οι συγγενείς είναι λίγο δύσκολο να το καταλάβουν αυτό. Βλέπεις, πεθαίνει ένα παιδάκι, το παίρνει αγγελούδι ο Χριστός και κλαίνε και οδύρονται οι γονείς, ενώ έπρεπε να χαίρονται. Γιατί πού ξέρουν τι θα γινόταν, αν μεγάλωνε;»
Πρέπει έτσι να χαίρονται οι γονείς. Άλλωστε «από εκείνη τη στιγμή έχουν έναν πρεσβευτή στον Παράδεισο. Όταν πεθάνουν, θα ’ρθουν τα παιδιά τους με τα εξαπτέρυγα στην πόρτα του Παραδείσου να υποδεχθούν την ψυχή τους. Δεν είναι μικρό πράγμα αυτό!
«Στα παιδάκια πάλι που ταλαιπωρήθηκαν εδώ από αρρώστιες ή από κάποια αναπηρία ο Χριστός θα πει: “Ελάτε στον Παράδεισο και διαλέξτε το καλύτερο μέρος”. Και τότε εκείνα θα Του πουν: “Ωραία είναι εδώ, Χριστέ μας, αλλά θέλουμε και τη μανούλα μας κοντά μας”. Και ο Χριστός θα τα ακούσει και θα σώσει με κάποιον τρόπο και την μητέρα».
Υπάρχει άλλη ζωή , αυτό που ζούμε είναι προετοιμασία για την αιωνιότητα. Είναι τραγικό να βιώνουμε ως Ορθόδοξοι τον θάνατο ενός ανθρώπου  ως μηδενιστική καταστροφή, ως απώλεια παντοτινή, ως εξαφάνιση του ανθρώπου.
Στον θάνατο ο άνθρωπος ολοκληρώνεται…..Μην μας φοβίζει λοιπόν ο θάνατος διότι δεν υπάρχει …….Να φοβόμαστε μην χάσουμε τον Χριστό.
Είναι αντιφατικό να τρομάζουμε όταν ακούσουμε ότι το παιδί , ο άντρας μου, η γυναίκα μου αρρώστησαν και μπορεί να χάσουν την εδώ ζωή αλλά να μην μας απασχολεί καθόλου αν θα γίνουν μέτοχοι της αιωνιότητας.
Δεν υπάρχουν πεθαμένοι ή εξαφανισμένοι…Υπάρχουν κεκοιμημένοι που περιμένουν να ξυπνήσουν….
Ποιόν περιμένουν ; Αυτόν που «Καί πάλιν ἐρχόμενον μετά δόξης κρῖναι ζῶντας καί νεκρούς, οὖ τῆς Βασιλείας οὐκ ἔσται τέλος».
Πηγή: https://euxh.gr

Κυριακή 16 Απριλίου 2017

«ΣΕ ΚΑΘΕ ΣΟΥ ΘΛΙΨΗ ΝΑ ΛΕΣ ΑΡΓΑ-ΑΡΓΑ ΑΥΤΟ ΤΟ ΤΡΟΠΑΡΙΟ: “ΘΑΝΑΤΟΥ ΕΟΡΤΑΖΟΜΕΝ ΝΕΚΡΩΣΙΝ”» -π. Πορφύριος Καυσοκαλυβίτης

Ἔχεις δεῖ τώρα τήν ἄνοιξη;

 Ἀντί ἄλλης Πασχάλιας εὐχῆς θά σᾶς μεταφέρω τά χαρμόσυνα ἀναστάσιμα βιώματα τοῦ μακαριστοῦ γέροντα Πορφυρίου, ὅπως τά ἔζησα μιά Τρίτη Διακαινησίμου στό κελλάκι του.
 Μετά τήν καρδιολογική ἐξέταση καί τό συνηθισμένο καρδιογράφημα, μέ παρεκάλεσε νά μή φύγω. Κάθησα στό σκαμνάκι κοντά στό κρεββάτι του. Ἔλαμπε ἀπό χαρά τό πρόσωπό του. Μέ ρώτησε:

– Ξέρεις τό τροπάριο πού λέει «Θανάτου ἑορτάζομεν νέκρωσιν…»;
– Ναί, γέροντα, τό ξέρω.
– Πές το.

Ἄρχισα γρήγορα-γρήγορα:

 «Θανάτου ἑορτάζομεν νέκρωσιν, Ἅδου τήν καθαίρεσιν, ἄλλης βιοτῆς, τῆς αἰωνίου, ἀπαρχήν˙ καί σκιρτῶντες ὑμνοῦμεν τόν αἴτιον, τόν μόνον εὐλογητόν τῶν πατέρων Θεόν καί ὑπερένδοξον».

– Τό κατάλαβες;
– Ἀσφαλῶς τό κατάλαβα.
Νόμισα πώς μέ ρωτάει γιά τήν ἑρμηνεία του. Ἔκανε μία ἀπότομη κίνηση τοῦ χεριοῦ του καί μοῦ εἶπε:

– Τίποτε δέν κατάλαβες, βρέ Γιωργάκη! Ἐσύ τό εἶπες σάν βιαστικός ψάλτης… Ἄκου τί φοβερά πράγματα λέει αὐτό τό τροπάριο: Ὁ Χριστός μέ τήν Ἀνάστασή Του δέν μᾶς πέρασε ἀπέναντι ἀπό ἕνα ποτάμι, ἀπό ἕνα ρῆγμα γῆς, ἀπό μιά διώρυγα, ἀπό μιά λίμνη ἤ ἀπό τήν Ἐρυθρά Θάλασσα. Μᾶς πέρασε ἀπέναντι ἀπό ἕνα χάος, ἀπό μία ἄβυσσο, πού ἦταν ἀδύνατο νά τήν περάσει ὁ ἄνθρωπος μόνος. Αἰῶνες περίμενε ὁ κόσμος αὐτό τό Πάσχα, αὐτό τό πέρασμα. Ὁ Χριστός μᾶς πέρασε ἀπό τόν θάνατο στή ζωή. Γι᾽ αὐτό σήμερα «θανάτου ἑορτάζομεν νέκρωσιν, ᾅδου τήν καθαίρεσιν». Χάθηκε ὁ θάνατος. Τό κατάλαβες; Σήμερα γιορτάζουμε τήν «ἀπαρχή» τῆς «ἄλλης βιοτῆς, τῆς αἰωνίου», τῆς ζωῆς κοντά Του.
         Μίλαγε μέ ἐνθουσιασμό καί βεβαιότητα. Συγκινήθηκε.
         Σιώπησε γιά λίγο καί συνέχισε πιό δυνατά:

– Τώρα δέν ὑπάρχει χάος, θάνατος, νέκρωση, Ἅδης. Τώρα ὅλα εἶναι χαρά, χάρις στήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ μας. Ἀναστήθηκε μαζί Του ἡ ἀνθρώπινη φύση. Τώρα μποροῦμε κι ἐμεῖς νά ἀναστηθοῦμε, νά ζήσουμε αἰώνια κοντά Του… Τί εὐτυχία ἡ Ἀνάσταση!    

       «Καί σκιρτῶντες ὑμνοῦμεν τόν αἴτιον». Ἒχεις δεῖ τά κατσικάκια τώρα τήν ἄνοιξη νά χοροπηδοῦν πάνω στό γρασίδι; Νά τρῶνε λίγο ἀπό τή μάνα τους καί νά χοροπηδοῦν ξανά; Αὐτό εἶναι τό σκίρτημα, τό χοροπήδημα. Ἔτσι ἔπρεπε κι ἐμεῖς νά χοροπηδοῦμε ἀπό χαρά ἀνείπωτη γιά τήν Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου μας καί τήν δική μας.

       Διέκοψε καί πάλι τόν λόγο του. Ἀνέπνεα μιά εὐφρόσυνη ἀτμόσφαιρα.

-Μπορῶ νά σοῦ δώσω μιά συμβουλή; συνέχισε. Σέ κάθε θλίψη σου, σέ κάθε ἀποτυχία σου, σέ κάθε πόνο σου, νά συγκεντρώνεσαι μισό λεπτό στόν ἑαυτό σου καί νά λές ἀργά-ἀργά αὐτό τό τροπάριο. Θά βλέπεις ὅτι τό μεγαλύτερο πρᾶγμα στή ζωή σου -καί στή ζωή τοῦ κόσμου ὅλου- ἔγινε. Ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ, ἡ σωτηρία μας. Καί θα συνειδητοποιεῖς ὅτι ἡ ἀναποδιά πού σοῦ συμβαίνει εἶναι πολύ μικρή γιά νά χαλάσει τήν διάθεσή σου.
            Μοῦ ᾽σφιξε τό χέρι, λέγοντας:

-Σοῦ εὔχομαι νά «σκιρτᾶς» ἀπό χαρά, κοιτάζοντας πίσω σου τό χάος ἀπό τό ὁποῖο μᾶς πέρασε ὁ Ἀναστάς Κύριος, «ὁ μόνος εὐλογητός τῶν Πατέρων». Ψάλλε τώρα καί τό «Χριστός Ἀνέστη»…

τοῦ Γεωργίου Παπαζάχου, καρδιολόγου (†)

ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ!!!
Πηγή: https://christianvivliografia.wordpress.com

Σάββατο 11 Μαρτίου 2017

Μπαμπά σταμάτα…το δάκρυ σου μου σβήνει το κερί



Ήταν μια φορά ένας άντρας που έπαθε τη μεγαλύτερη συμφορά που μπορεί να συμβεί σε άνθρωπο. Πέθανε ο μικρός του γιος.

Από τον θάνατο του γιου του, και για χρόνια ολόκληρα, ξάπλωνε την νύχτα και δεν μπόρεσε να κοιμηθεί. Το μόνο που έκανε ήταν να κλαίει, και να κλαίει.. ως τα ξημερώματα.

Κάποια μέρα, λέει η ιστορία, εμφανίζεται στον ύπνο του ένας άγγελος και του λέει:

«Φτάνει πια… Πρέπει να συνεχίζεις τη ζωή σου χωρίς αυτόν.»

«Κλαίω γιατί δεν έχω την ιδέα πως δεν θα τον ξαναδώ…» λέει ο άντρας.

Ο άγγελος τον λυπάται και του προτείνει:

«Θέλεις να τον δεις;»

Και αμέσως, χωρίς να περιμένει απάντηση, τον αρπάζει από το χέρι και τον ανεβάζει στον ουρανό.

«Τώρα θα τον δούμε. Κοίτα..» τον προστάζει ο άγγελος, ενώ με το δάχτυλο κάνει νόημα στη λευκή γωνία, στο τέλος ενός δρόμου που ήταν στρωμένος με χρυσάφι.

Και αμέσως, αρχίζουν να περνάνε από μπροστά τους ένα σωρό παιδάκια, ντυμένα σαν αγγελάκια, με μικρά λευκά φτερά κι ένα κερί αναμμένο στα χέρια. Αγοράκια και κοριτσάκια με αγγελικό πρόσωπο παρελαύνουν μπροστά τους, με απερίγραπτη έκφραση γαλήνης στα ροδομάγουλα προσωπάκια τους.

«Ποια είναι αυτά τα παιδιά;» ρωτάει ο άντρας.

Και ο άγγελος απαντάει:

«Είναι τα παιδιά που πέθαιναν τα τελευταία χρόνια… κάθε μέρα περνάνε έτσι από μπροστά μας. Είναι τόσο αγνά, που και μόνο το πέρασμα τους καθαρίζει από κάθε βρομιά ολόκληρο το σύμπαν.»

«Είναι ανάμεσα τους.. και ο γιος μου;» ρωτάει ο νεοφερμένος.

«Και βέβαια, τώρα θα τον δεις.»

Από μπροστά τους περνάνε ακόμα εκατοντάδες παιδάκια.

«Να, έρχεται» τον ειδοποιεί ο άγγελος.

Και πραγματικά, τον βλέπει ο πατέρας του να έρχεται ανάμεσα στα άλλα παιδάκια. Είναι πανέμορφος, λάμπει, γεμάτος ζωή, όπως ακριβώς τον θυμάται.

Υπάρχει, όμως, κάτι που τον στεναχωρεί. Από όλα τα παιδάκια, μονάχα ο γιος του έχει το κερί του σβησμένο..

Ενώ ο πατέρας αισθάνεται απέραντη λύπη για το παιδί του, ο μικρός τον βλέπει, τρέχει κοντά του και τον αγκαλιάζει. Αγκαλιάζει κι αυτός με δύναμη το παιδί, αλλά δεν αντέχει να μην το ρωτήσει για το θέμα που τον στεναχωρεί αυτήν τη στιγμή.

«Γιε μου, εσύ γιατί δεν έχω φως; Δεν σου άναψαν το κερί σου όπως στα άλλα παιδάκια;»

«Και βέβαια, μπαμπά, κάθε πρωί μου ανάβουν το κερί όπως και σε όλα τα παιδιά. Όμως, ξέρεις τι γίνεται; Κάθε βράδυ, τα δάκρυα σου το σβήνουν.»

Ο μικρός σκουπίζει με τα χεράκια του τα μάγουλα του πατέρα του και τον παρακαλάει γλυκά:

«Σταματά να κλαις, μπαμπά… σε παρακαλώ, σταμάτα να κλαις.»

Χόρχε Μπουκάι:,Ο δρόμος των δακρύων

Δευτέρα 12 Σεπτεμβρίου 2016

Δεύτερη ζωή δεν έχει ρε φίλε.Τ’ακούς;


Και χάνονται οι άνθρωποι.
Και πνίγονται μέσα σε μια πιο άγρια από ποτέ καθημερινότητα που ακόμα και το δεδομένο του αύριο δεν υπάρχει.
Και ζουν ζωές ρομποτικές. Λες και είναι μηχανήματα ρυθμισμένα στον αυτόματο. Στην εκτέλεση συγκεκριμένων λειτουργιών που τους απαγορεύει να σκεφτούν. Που τους αποτρέπει να μπουν σε διαδικασία αντίληψης, κρίσης, ελέγχου και παραδοχής της ίδιας τους της ζωής.
Και τρέχουν να προλάβουν, να φτάσουν στόχους αδιάφορους, ανθρώπους χωρίς ουσία, σχέσεις χωρίς λογική. Να δικαιολογήσουν και να υποστηρίξουν συμπεριφορές αλλοπρόσαλλες και αψυχολόγητες.
Και ξεχνούν την ανθρωπιά τους, την καλοσύνη τους, τον ρομαντισμό τους και ακόμα χειρότερα ξεχνούν να δουν τους άλλους δίπλα τους. Εθελοτυφλούν.
Κλείνουν τα αυτιά τους σε ότι μπορεί να τους διαταράξει την φαινομενική τάξη τους και σε ότι θα τους ξεβολέψει. Σε οτιδήποτε ειλικρινές και ουσιώδες κάνουν πίσω, όχι από επιλογή απαραίτητα, αλλά από την καθημερινότητα που τους παρασύρει.
Δε βλέπουν τους άλλους γύρω τους κι ακόμα χειρότερα ούτε καν τον εαυτό τους.
Ένα από τα μεγαλύτερα λάθη που κάνουμε είναι ότι πολλές φορές θεωρούμε δεδομένα, πράγματα για τα οποία άλλοι πολεμάνε με κάθε τρόπο να ξαναπάρουν πίσω, γιατί για λόγους που κανείς μας δε θα μάθει, έχασαν.
Το πιο σημαντικό από αυτά; Την υγεία τους.
Λογιάζουμε τον οργανισμό μας σαν μια μηχανή που μπορεί να καταναλώσει τα πάντα, να αντέξει κάθε κατάχρηση, να επεξεργαστεί κάθε τι που του φορτώνουμε και να αποβάλει όλο το σκουπιδαριό που δίχως δεύτερη σκέψη του παρέχουμε.
Όσο όμως νιώθουμε αλώβητοι και άτρωτοι σε όλο αυτό δεκάρα δε δίνουμε.
Κι όταν περνάμε έξω από ένα νοσοκομείο γυρνάμε από την άλλη το κεφάλι μας ή στην καλύτερη λυπόμαστε τους «καημένους» που νοσηλεύονται σε αυτό.
Σκεφτήκαμε άραγε ποτέ ότι μια μέρα ίσως βρεθούμε στη θέση τους; Ότι ίσως μια μέρα εμείς θα είμαστε αυτοί που θα μας λυπηθούν οι υπόλοιποι περαστικοί; Όχι ε;
Η μοναδική φορά που ίσως ο άνθρωπος ταρακουνιέται και αναθεωρεί όλα τα παραπάνω είναι η στιγμή της απώλειας ενός δικού του ανθρώπου, γιατί στο χαμό ενός ξένου η σκέψη διαρκεί όσο και η κουβέντα για τον χαμό αυτό.
Σε ένα δράμα που πρωταγωνιστές δεν είμαστε αλλά βλέπουμε κατάματα πλέον πόσο μικρή είναι η ζωή μας και τι τελικά έχει αξία.
Αξίζει να αναλωνόμαστε για πράγματα που ελάχιστοι ή και κανένας δυστυχώς δεν θα εκτιμήσει ποτέ;
Αξίζει να χάνουμε αυτά τα μικρά που μας χαρίζουν στιγμές ευτυχίας;
Αξίζει να αφήνουμε για αύριο τις ευκαιρίες και τα θέλω που σήμερα έχουμε; Ποιος μας εγγυάται ότι αύριο θα προλάβουμε να τα κάνουμε;
Ποιος μας υπόσχεται ότι θα προλάβουμε να πούμε στους ανθρώπους όσα κουβαλάμε στο κεφάλι μας;
Ο θάνατος ενός δικού μας ανθρώπου θα πρέπει να γίνεται το εφαλτήριο εκείνο που θα μας αφυπνίσει, θα μας ταρακουνήσει, θα μας υπενθυμίσει πως δεδομένο δεν είναι τίποτα, και τελικά θα μας ταρακουνήσει γιατί θα μας αναγκάσει να βάλουμε σε νέες βάσεις όλη μας τη ζωή.
Η απώλεια ενός ανθρώπου δεν ξεπερνιέται ποτέ.
Ο χρόνος δεν είναι γιατρός που θα τον θεραπεύσει σαν μια αρρώστια παροδική.
Ο χρόνος είναι απλά εκείνος που σαν παυσίπονο θα μας απαλύνει λίγο το κενό της απουσίας αυτών που μας σημάδεψαν και που έφυγαν από κοντά μας.
Ο θάνατος δεν είναι μια απώλεια που συνηθίζεται.
Πρόκειται για την απώλεια που πρέπει να γίνεται ένα μάθημα για εμάς και όσο ακόμα είναι νωρίς.
Να προλάβουμε να αξιολογήσουμε και να αναθεωρήσουμε πριν κι εμείς γίνουμε το μάθημα στις ζωές των επόμενων.
Η σκληρή αλήθεια ότι η ζωή συνεχίζεται είναι αναμφισβήτητη και μαθαίνουμε πλέον να ζούμε με περισσότερες αναμνήσεις από αυτούς που κάποτε θεωρούσαμε δεδομένους.
Και το χειρότερο;
Δεύτερη ζωή δεν έχει ρε φίλε.Τ’ακούς;
Καλό ταξίδι.
Νίκος Κουτσοκτώνης.

ΠΗΓΗ:ΑΝΑΠΝΟΕΣ


Σάββατο 30 Απριλίου 2016

Πρόσεχε την ψυχή σου!

Κάποτε ήταν ένας βασιλιάς, ο οποίος είχε ένα γιο πονηρό. Έχοντας χάσει κάθε ελπίδα για αλλαγή προς το καλύτερο, ο πατέρας καταδίκασε τον γιο του σε θάνατο.
Του έδωσε ένα μήνα περιθώριο για να προετοιμαστεί.
Πέρασε ο μήνας, και ο πατέρας ζήτησε να παρουσιασθεί ο γιος του. Προς μεγάλη του έκπληξη, παρατήρησε πως ο νεαρός ήταν αισθητά αλλαγμένος: το πρόσωπό του ήταν αδύνατο και χλωμό, και ολόκληρο το κορμί του έμοιαζε να είχε υποφέρει.
«Πώς και σου συνέβη τέτοια μεταμόρφωση, γιέ μου;», ρώτησε ο πατέρας.
«Πατέρα μου και κύριέ μου», απάντησε ο γιος, «πώς είναι δυνατόν να μην έχω αλλάξει, αφού η κάθε μέρα με έφερνε πιο κοντά στον θάνατο;».
«Καλώς, παιδί μου», παρατήρησε ο βασιλιάς. «Επειδή προφανώς έχεις έρθει στα συγκαλά σου, θα σε συγχωρήσω. Όμως, θα χρειαστεί να τηρήσεις αυτή την διάθεση επιφυλακής της ψυχής σου, για την υπόλοιπη ζωή σου».
«Πατέρα μου», απάντησε ο γιος, «αυτό είναι αδύνατο. Πώς θα μπορέσω να αντισταθώ στα αμέτρητα ξελογιάσματα και τους πειρασμούς;».
Ο βασιλιάς τότε διέταξε να του φέρουν ένα δοχείο γεμάτο λάδι, και είπε στον γιο του:
«Πάρε αυτό το δοχείο, και μετάφερέ το στα χέρια σου, διασχίζοντας όλους τους δρόμους της πόλεως. Θα σε ακολουθούν δύο στρατιώτες με κοφτερά σπαθιά. Εάν χυθεί έστω και μία σταγόνα από το λάδι, θα σε αποκεφαλίσουν».
Ο γιος υπάκουσε. Με ανάλαφρα, προσεκτικά βήματα, διέσχισε όλους τους δρόμους της πόλεως, με τους στρατιώτες να τον συνοδεύουν συνεχώς, και δεν του χύθηκε ούτε μία σταγόνα.
Όταν επέστρεψε στο κάστρο, ο πατέρας τον ρώτησε:
«Γιέ μου, τι πρόσεξες καθώς τριγυρνούσες μέσα στους δρόμους της πόλεως;».
«Δεν πρόσεξα τίποτε».
«Τι εννοείς, ‘τίποτε';», τον ρώτησε ο βασιλιάς. «Σήμερα ήταν μεγάλη γιορτή. Σίγουρα θα είδες τους πάγκους που ήταν φορτωμένοι με πολλές πραμάτειες, τόσες άμαξες, τόσους ανθρώπους, ζώα».
«Δεν είδα τίποτε απ' όλα αυτά», είπε ο γιος. «Όλη η προσοχή μου ήταν στραμμένη στο λάδι μέσα στο δοχείο. Φοβήθηκα μην τυχόν μου χυθεί μια σταγόνα και έτσι χάσω τη ζωή μου».
«Πολύ σωστή η παρατήρησή σου», είπε ο βασιλιάς.
«Κράτα λοιπόν αυτό το μάθημα κατά νου, για την υπόλοιπη ζωή σου. Να τηρείς την ίδια επιφυλακή για την ψυχή μέσα σου, όπως έκανες σήμερα για το λάδι μέσα στο δοχείο. Να στρέφεις τους λογισμούς σου μακριά από εκείνα που γρήγορα παρέρχονται, και να τους προσηλώνεις σε εκείνα που είναι αιώνια.
Θα είσαι ακολουθούμενος, όχι από οπλισμένους στρατιώτες, αλλά από τον θάνατο, στον οποίον η κάθε μέρα μας φέρνει πιο κοντά. Να προσέχεις πάρα πολύ να φυλάς την ψυχή σου από όλους τους καταστροφικούς πειρασμούς».
Ο γιος υπάκουσε τον πατέρα, και έζησε έκτοτε ευτυχής.

ΠΗΓΗ: http://www.psychotherapeia.net.gr/