Πέμπτη 25 Απριλίου 2019

Το πιο εύκολο πράγμα, είναι να είσαι ο Ιούδας



Το πιο εύκολο πράγμα, είναι να είσαι ο Ιούδας. Λες πως είσαι φίλος, μα όταν βρεις την ευκαιρία, δε διστάζεις για τριάκοντα αργύρια, με ένα φιλί τους ανθρώπους σου να τους προδώσεις.

Το πιο εύκολο πράγμα, είναι να είσαι ο Πιλάτος. Κάθε φορά που τα πράγματα ζορίζουν, εσύ ‘’νίπτεις τας χείρας σου’’. Δεν παίρνεις την ευθύνη ούτε για τις πράξεις σου, ούτε για τη ζωή σου.

Το πιο εύκολο πράγμα, είναι να είσαι και εσύ ένας από τους Γραμματείς και τους Φαρισαίους. Για τον κόσμο όλο, τίμιος, δίκαιος, καθαρός, μέσα σου όμως, να κρύβεις, μίσος, οργή, ζήλεια, υπερηφάνεια, ασπλαχνία.

Το πιο εύκολο πράγμα είναι να είσαι ο όχλος. Χάβρα Ιουδαίων. Να μην έχεις βούληση. Να μην παίρνεις καμία ευθύνη. Να μην βάζεις το μυαλό σου να σκεφτεί. Απλά να ακολουθείς. Σαν πρόβατο. Και ‘’άρον άρον’’ να ζητάς να σταυρωθεί, αυτός που μέχρι χθες επευφημούσες.

Το πιο εύκολο πράγμα είναι να είσαι ο Βαραββάς. Να χτίζεις τη δική σου ελευθερία, τη δική σου ζωή, εις βάρος κάποιου άλλου.

Το πιο εύκολο πράγμα, είναι να είσαι ο ληστής στα αριστερά. Και ακόμα και εκεί, στην έσχατη στιγμή σου, να μην λες ένα ‘’ήμαρτον’’, αλλά να βρίζεις, να φωνάζεις, να κατηγορείς και να χλευάζεις άλλους για τα δικά σου λάθη.

Το δύσκολο, είναι να είσαι ο Χριστός. Να σταυρώνεσαι καθημερινά για χάρη όσων αγαπάς και παρόλα αυτά να ψιθυρίζεις πάνω από το σταυρό ‘’ Πάτερ, άφες αυτοίς, ου γάρ οίδασι τί ποιούσι’’…

Ελευθέριος Ελευθεριάδης
Ψυχολόγος

Τρίτη 9 Απριλίου 2019

Τα φτερά είναι για να πετάς, όμως για να πετάξεις πρέπει να αρχίσεις να ριψοκινδυνεύεις…


Ένα παραμύθι από το  Χόρχε Μπουκάι
Όταν μεγάλωσε ο πατέρας του του είπε:
« Παιδί μου, δε γεννιόμαστε όλοι με φτερά. Μπορεί να μην είσαι υποχρεώμενος να πετάξεις, νομίζω όμως πως είναι κρίμα να μείνεις μόνο στο περπάτημα αφού έχεις τα φτερά που ο καλός Θεός σου έδωσε.»


«Μα δεν ξέρω να πετάω» απάντησε ο γιος.

«Σωστά…» είπε ο πατέρας. Και περπατώντας, τον πήγε ως το χείλος του γκρεμού, στο βουνό.

«Βλέπεις γιε μου; Το κενό. Όταν θελήσεις να πετάξεις, θα έρθεις εδώ θα πάρεις βαθιά ανάσα, θα πηδήξεις στην άβυσσο και απλώνοντας τα φτερά σου θα πετάξεις».

Ο γιος αμφέβαλλε.

«Κι αν πέσω;»

«Ακόμα κι αν πέσεις, δε θα σκοτωθείς. Οι λίγες γρατζουνιές θα σε κάνουν πιο δυνaτό στην επόμενη προσπάθεια» αποκρίθηκε ο πατέρας.

Το παιδί γύρισε στο χωριό να δει τους φίλους του, τις παρέες του, όλους εκείνους που είχε συντρόφους στην πορεία της ζωής του. Οι πιο στενόμυαλοι του είπαν:

«Είσαι τρελός; Για ποιο λόγο; Ο πατέρας σου είναι μισότρελος…Για ποιο λόγο να πετάξεις; Τι σου χρειάζεται; Γιατί δεν αφήνεις τις ανοησίες; Τι νόημα έχει να πετάξεις;»

Οι καλύτεροι φίλοι του τον συμβούλεψαν:
«Κι αν είναι αλήθεια; Μα σίγουρα δεν είναι επικίνδυνο; Γιατί δεν αρχίζεις σιγά-σιγά; Δοκίμασε να πηδήξεις από μια σκάλα ή από την κορυφή ενός δέντρου. Αλλά από τον γκρεμό, βρε παιδί μου;…»


Ο νεαρός άκουσε τις συμβουλές όσων τον αγαπούσαν. Ανέβηκε στην κορυφή του δέντρου και, με όλο του το θάρρος, πήδηξε. Άνοιξε τα φτερά του, τα κούνησε στον αέρα με όλη του τη δύναμη αλλά, δυστυχώς, έπεσε στο έδαφος.



Μ’ένα καρούμπαλο στο κεφάλι συνάντησε τον πατέρα του.
«Μου είπες ψέμματα! Δεν μπορώ να πετάξω. Το δοκίμασα και κοίτα πως χτύπησα! Δεν είμαι σαν κι εσένα. Τα φτερά μου είναι μόνο για στολίδι.»

«Παιδί μου» είπε ο πατέρας, «για να πετάξεις, πρέπει να έχεις τον απαραίτητο ελεύθερο χώρο στον αέρα, ώστε τα φτερά σου να ξεδιπλωθούν. Είναι σαν να πέφτεις με αλεξίπτωτο: χρειάζεσαι κάποιο ελάχιστο ύψος για να πηδήξεις.
Για να πετάξεις πρέπει να αρχίσεις να ριψοκινδυνεύεις. 

Αν δε θέλεις να το κάνεις, καλύτερα να συμβιβαστείς και να μείνεις για πάντα στο περπάτημα.»


Χόρχε Μπουκάι ,  «Βασίσου πάνω μου»