Τρίτη 30 Ιανουαρίου 2018

Εσείς…; Παίζετε με το παιδί σας;


Πολλά έχουν γραφεί για τη σημασία που έχει το παιχνίδι στη ζωή των παιδιών. Βοηθάει στην ανάπτυξη γλωσσικών και κοινωνικών δεξιοτήτων, στη δημιουργικότητα και τη φαντασία, στην αυτοσυγκράτηση και τον αυτοέλεγχο, στην εκτόνωση. Το σίγουρο είναι ότι το παιχνίδι δεν είναι χάσιμο χρόνου, αλλά μια πολύτιμη δραστηριότητα.
Ιδιαίτερα σημαντικό είναι το παιχνίδι του παιδιού με τους γονείς του, αλλά και με τους σημαντικούς άλλους στη ζωή του. Πολλά τα οφέλη του και θα ήθελα να δούμε μερικά από αυτά.
Πρώτα απ’ όλα, μέσα από το παιχνίδι, ο γονιός ενισχύει ουσιαστικά το δεσμό του με το παιδί. Αναπτύσσει μια ζεστή σχέση, γεμάτη εμπιστοσύνη. Κατά συνέπεια αυξάνεται και το αίσθημα ασφάλειας και αποδοχής που βιώνει το παιδί.
Ακόμη, μέσω του παιχνιδιού, ο γονιός βοηθάει το παιδί να μάθει τις δυνάμεις του και τις αδυναμίες του. Παράλληλα, μαθαίνει και ο ίδιος πράγματα για το παιδί του, σε σχέση με τις σωματικές και κοινωνικές του δεξιότητες.
Μέσα από το παιχνίδι, ο γονιός έχει τη δυνατότητα να διδάξει στο παιδί υγιείς συμπεριφορές και εκφράσεις, αφού το παιδί έχει την τάση να την παρατηρεί και να τη μιμείται. Σημαντικό ρόλο εδώ , βέβαια, παίζει και η θετική ενίσχυση (επιβράβευση). Του διδάσκει, επίσης, ότι υπάρχουν όρια και κανόνες.
Επιπλέον, μέσω του παιχνιδιού μπορούμε να βοηθήσουμε το παιδί να χτίσει μια υγιή αυτοεκτίμηση. Πώς γίνεται αυτό; Κάθε φορά που αφήνουμε το παιδί να μας κερδίσει, όχι εμφανώς βέβαια, νιώθει πιο σίγουρο για τον εαυτό του, για τις ικανότητές του. Έτσι, σταδιακά θα γίνεται και πιο ανθεκτικό στις επερχόμενες ήττες που ενδεχομένως θα υπάρξουν, όταν θα παίξει με τους φίλους του.
Το παιχνίδι είναι κατά κύριο λόγο, η γλώσσα του παιδιού. Εμείς οι ενήλικες, όταν έχουμε κάποιο πρόβλημα, καθόμαστε και το συζητάμε και το αναλύουμε. Εκφράζουμε τα συναισθήματά μας λεκτικά. Αυτό όμως δεν ισχύει για τα παιδιά. Αυτό συμβαίνει είτε γιατί φοβούνται να διατυπώσουν λεκτικά αυτό που αισθάνονται, είτε γιατί ακόμα δεν είναι σε θέση να συνειδητοποιήσουν το πρόβλημα και να το επεξεργαστούν. Υπάρχει, όμως, ένας άλλος τρόπος μέσα από τον οποίο μπορούν να εκφραστούν ελεύθερα… και αυτός είναι το παιχνίδι. Ο τρόπος με τον οποίο εκφράζονται μέσα από το παιχνίδι μπορεί να μας πει πολλά. Ας τον αξιοποιήσουμε, λοιπόν.
Ένα πολύτιμο εργαλείο είναι το παιχνίδι της αναπαράστασης. Μέσα από το παιχνίδι μπορούμε να βοηθήσουμε το παιδί να αναβιώσει μια δύσκολη κατάσταση, αλλά και να βρει μια ουσιαστική λύση. Για το λόγο αυτό χρησιμοποιούμε κούκλες, αρκουδάκια και δημιουργούμε ένα παιχνίδι ρόλων. Κάθε κούκλα κι ένας ξεχωριστός χαρακτήρας. Το παιδί είναι αυτό που θα αποφασίσει ποιος θα είναι τι, πως θα κινούνται οι φιγούρες, το τι θα λένε κτλ. Προσοχή: Οι λύσεις θα προέρχονται από το παιδί. Ο γονιός είναι απλά εκεί για να το στηρίξει και να το ενθαρρύνει, να το κάνει να νιώσει αποδεχτό κι ότι το κατανοούν, αλλά όχι να του υποδείξει αυτός τη λύση.


Είναι γεγονός ότι λόγω των αυξημένων υποχρεώσεων, νιώθουμε σίγουρα κουρασμένοι και στρεσαρισμένοι. Το να παίξουμε με το παιδί μας μοιάζει εξουθενωτικό. Είναι όμως πολύ σημαντικό για το παιδί. 10-20 λεπτά αρκούν και το σίγουρο είναι ότι θα ωφεληθούμε κι εμείς. Θα ξεκουραστούμε ψυχολογικά.
Λίγα λεπτά το πρωί, πριν φύγει το παιδί για το σχολείο ή μετά την επιστροφή του είναι αρκετά. Ειδικά το παιχνίδι πριν το σχολείο μειώνει τα παράπονα, τα κλάματα, τους καυγάδες το υπόλοιπο της ημέρας. Το παιδί είναι πιο ήρεμο. Μειώνεται το στρες. Νιώθει ότι το ακούμε, το προσέχουμε.
Το παιχνίδι είναι μια ευκαιρία για να γελάσουμε μαζί με το παιδί. Με το γέλιο εκτονώνεται η ένταση και απελευθερώνεται οξυτοκίνη (ορμόνη της χαράς). Το γέλιο θεραπεύει… Ενισχύει το ανοσοποιητικό… Μας φέρνει πιο κοντά.
Μια πρόταση: Οργανώστε έναν οικογενειακό μαξιλαροπόλεμο…Κατευνάζει τις οικογενειακές εντάσεις. Επιλέγουμε ένα δωμάτιο που δεν υπάρχουν εύθραυστα αντικείμενα. Σχηματίζουμε ομάδες: γονείς-παιδιά, αγόρια-κορίτσια. Και ξεκινάμε. Βάζουμε βέβαια κανόνες. Όχι γροθιές, γονατιές. Δε θέλουμε να πονέσουμε τον άλλο, αλλά να γελάσουμε.
Γενικά, τα παιδιά νιώθουν σημαντικά, όταν βλέπουν ότι χαιρόμαστε να περνάμε χρόνο μαζί τους. Ας αφιερώσουμε, λοιπόν, λίγο χρόνο για να παίξουμε μαζί τους. Το σίγουρο είναι ότι θα ωφεληθούμε κι εμείς. Άλλωστε, όλοι έχουμε ένα κρυμμένο παιδί μέσα μας. Μέσα από το παιχνίδι το βοηθάμε να βγει πάλι στην επιφάνεια. Ας θυμηθούμε τα λόγια του Γ. Ρίτσου« Βρες χρόνο να είσαι παιδί για να νοιώθεις αυθεντικά ανθρώπινος».
Ελένη Κώστογλου
Ψυχολόγος
Πηγή:
-Φιλιόζα Ι., Δεν έχουν χαθεί όλα (2016), Εκδόσεις Ενάλιος


Πρωτοδημοσιεύτηκε στο https://pigipaideias.wordpress.com


Πέμπτη 25 Ιανουαρίου 2018

Ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος για την ισότητα των δύο φύλων : «Άντρες ήσαν οι νομοθετούντες και κατά των γυναικών η νομοθεσία»


25 Ιανουαρίου: μνήμη του αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου, του Ναζιανζηνού.

(Από την διδασκαλία του επιλέξαμε ένα κείμενο που αφορά στις σχέσεις άνδρα-γυναίκας και είναι πρωτοποριακό για την εποχή του.)

Ο άγιος Γρηγόριος και η συνταγματική κατοχύρωση των δικαιωμάτων του ανθρώπου

Για ποιο λόγο δηλαδή τιμωρούν τη γυναίκα ,ενώ συγχωρούν τον άντρα; Ενώ όταν η γυναίκα προσβάλλει το κρεβάτι του άντρα της διαπράττει μοιχεία και από το νόμο τιμωρείται γι’ αυτό βαριά, γιατί δεν τιμωρείται και ο άντρας όταν πηγαίνει με άλλες γυναίκες; Αυτήν την νομοθεσία δεν την αποδέχομαι και καταδικάζω αυτή την κατάσταση . «Άντρες ήσαν οι νομοθετούντες και κατά των γυναικών η νομοθεσία», επειδή και τα παιδιά τα έβαλαν κάτω από την εξουσία του πατέρα και δεν μερίμνησαν καθόλου για το ασθενέστερο φύλλο…
«Ένας είναι ο Δημιουργός του ανδρός και της γυναικός και από μια σάρκα είναι και οι δύο. Προέρχονται από μία εικόνα, και υπάρχει δι’ αυτούς ένας νόμος, ένας θάνατος και μία ανάστασις. Επίσης έχομε γίνει από άνδρα και από γυναίκα. Κοινό είναι το χρέος το οποίο οφείλουν τα τέκνα προς τους γονείς.

Πως λοιπόν απαιτείς μεν να είναι σώφρων η γυνή, συ δε δεν ανταποδίδεις εκείνο το οποίον ζητείς; Πως ζητείς εκείνο το οποίον δεν προσφέρεις; Πως βγάζεις διαφορετικούς νόμους δια σώμα όμοιο και ισάξιο; Εάν δε εξετάζεις και τα χειρότερα, άκουσε: Διέπραξε αμαρτία η γυναίκα; Το ίδιο έκαμε και ο Αδάμ. Τους εξηπάτησε και τους δύο ο όφις. Δεν επαρουσιάσθη το ένα πιο ασθενές και το άλλο πιο ισχυρό.

Θέλεις να εξετάσωμεν μήπως και τα καλύτερα; Ο Χριστός με το πάθος του τους σώζει και τους δύο.

Έγινε άνθρωπος δια τον άνδρα; Το ίδιο έγινε και δια την γυναίκα. Απέθανε προς χάριν του ανδρός; Σώζεται όμως και η γυναίκα με τον θάνατό του. 
Λέγεται ότι προέρχεται από το σπέρμα Δαβίδ.

Νομίζεις ενδεχομένως ότι με αυτό τιμάται ο άνδρας; Γεννάται όμως από την Παρθένον και αυτό είναι υπέρ των γυναικών. «Θα γίνουν», μεν λοιπόν, λέγει, «οι δύο, μία σάρκα» (Γένεση β’ 24). Και αυτή η μία σάρκα ας έχει την ίδια τιμή». 

(Λόγος ΛΖ, αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου, ΕΠΕ 5, σελ. 437- 439)
Πασίγνωστο απόσπασμα από ομιλία που εκφωνήθηκε στην ΚΠολη ενώπιον του αυτοκράτορα Μ. Θεοδοσίου και πολλών αρχόντων, με αφορμή την ανισότητα κατά των γυναικών στη νομοθεσία
Εδώ, εκτός από το προφανές (την υπεράσπιστη της γυναίκας),  φαίνεται και ότι:
α) Ο άγιος θεωρεί τους νόμους προϊόν κοινωνικών συνθηκών και όχι κάτι με «θεϊκή αυθεντία», κάτι που η «φωτισμένη» Δύση «ανακάλυψε» μόλις περί το 17οαιώνα.
β) “Δε δέχομαι τη νομοθεσία” γράφει. Ο άγιος θεωρεί άκυρο το νόμο που θίγει τα δικαιώματα (κατ’ αυτόν αυτονόητα) ανθρώπων ή κοινωνικών ομάδων, όπως εν προκειμένω των γυναικών. Με άλλα λόγια, θέτει θέμα “συνταγματικότητας των νόμων”: ενός υπερνομικού κριτηρίου, που θα καθορίζει αν ένας νόμος είναι ηθικός – άρα έγκυρος – ή όχι!
Το κριτήριο αυτό, προφανώς, γι’ αυτόν είναι το ευαγγέλιο. Είναι αρκετό, αν το γνωρίζεις καλά, γιατί εκεί ο άνθρωπος φτάνει στην κορυφή της καταξίωσής του από τον ίδιο το Θεό, που γίνεται άνθρωπος.

Πηγή: https://antexoume.wordpress.com

Παρασκευή 12 Ιανουαρίου 2018

Εγώ θα είμαι πάντα εκεί, πάντοτε παρών-X. Μπουκάι


Εγώ σου έφερα τα συναισθήματα της ντροπής, σου έδειξα όλα τα μειονεκτήματα σου, τις ασχήμιες σου, τις ανοησίες σου, τα δυσάρεστα όλα.
Εγώ σου κρέμασα την ταμπέλα «διαφορετικός» όταν σου είπα για πρώτη φορά στο αφτί ότι κάτι δεν πήγαινε εντελώς καλά σ’ εσένα (…).

Είμαι ο απρόσκλητος μουσαφίρης, ο ανεπιθύμητος επισκέπτης, και ωστόσο, είμαι πρώτος που ήρθα κι ο τελευταίος που θα φύγω. Έγινα ισχυρός με τον καιρό ακούγοντας τις συμβουλές των γονιών σου για το πώς να θριαμβεύσεις στη ζωή.

Παρατηρώντας τις αντιλήψεις της θρησκείας σου, που σου λέει να τι να κάνεις και τι να μην κάνεις, για να σε δεχτεί ο Θεός στις αγκάλες του. Υποφέροντας απάνθρωπα αστεία των συντρόφων σου στο σχολείο όταν γελούσαν με τις δυσκολίες σου. Υπομένοντας τις ταπεινώσεις από τους ανώτερους σου.

Παρατηρώντας την άχαρη μορφή σου στον καθρέφτη και συγκρίνοντας τη μετά με την εικόνα των «διασήμων» που βγαίνουν στην τηλεόραση. Και τώρα, επιτέλους, έτσι όπως είμαι δυνατός, και για τον απλό λόγο ότι είμαι γυναίκα, ότι είμαι νέγρος, ότι είμαι Εβραίος, ότι είμαι ομοφυλόφιλος, ότι είμαι ανατολίτης, ότι είμαι ανάπηρος, ότι είμαι ψηλός, κοντός ή χοντρός… μπορώ να σε μεταμορφώσω σ’ ένα σωρό σκουπίδια, σε παλιοσίδερα, σε αποδιοπομπαίο τράγο, στον παγκόσμια υπεύθυνο, σ’ έναν καταραμένο μπάσταρδο μιας χρήσης.
Γενεές και γενεές ανδρών και γυναικών με υποστηρίζουν. Δεν μπορείς να ξεφύγεις από μένα. Η θλίψη που προξενώ είναι τόσο ανυπόφορη που για να με αντέξεις πρέπει να με μεταδόσεις στα παιδιά σου, ώστε εκείνα να με περάσουν στα δικά τους παιδιά, στους αιώνες των αιώνων.
Για να βοηθήσω εσένα και τους απογόνους σου θα μεταμφιεστώ σε τελειομανία, σε υψηλά ιδανικά, σε αυτοκριτική, σε πατριωτισμό, σε ηθικές αξίες, σε καλές συνήθειες, σε αυτοέλεγχο.

Η θλίψη που σου προξενώ είναι τόσο έντονη που αν θελήσεις να με αρνηθείς και, για αυτό, θα προσπαθήσεις να με κρύψεις πίσω από τα πρόσωπα σου, πίσω από τα ναρκωτικά, πίσω από τη μάχη σου για το χρήμα, πίσω από τις νευρώσεις σου, πίσω από την απρόσωπη σεξουαλικότητα σου. Δεν έχει σημασία τι κάνεις, όμως, δεν έχει σημασία που πηγαίνεις. Εγώ θα είμαι πάντα εκεί, πάντοτε παρών. Γιατί ταξιδεύω μαζί σου μέρα και νύχτα, ακούραστα, δίχως όρια.
Εγώ είμαι η βασική αιτία της εξάρτησης, της κτητικότητας, της πίεσης, της ανηθικότητας, του φόβου, της βίας, του εγκλήματος, της τρέλας.
Εγώ σου δίδαξα το φόβο της απόρριψης κι εγώ περιόρισα την ύπαρξη σου σ’ αυτό το φόβο. Από εμένα εξαρτάται το αν θα εξακολουθήσεις να είσαι αυτό το άτομο που το γυρεύουν, το λατρεύουν, το χειροκροτούν, ο ευγενικός και ο ευχάριστος που είσαι σήμερα για τους άλλους.

Από εμένα εξαρτάσαι, γιατί εγώ είμαι το μπαούλο όπου έχεις κρύψει εκείνα τα πιο δυσάρεστα πράγματα, τα πιο γελοία, τα λιγότερο επιθυμητά κι από σένα τον ίδιο. Χάρη σ’ εμένα έμαθες να συμβιβάζεσαι με αυτά που σου δίνει η ζωή, γιατί τελικά, οτιδήποτε και αν ζήσεις θα είναι πάντοτε παραπάνω απ’ αυτό που νομίζεις ότι αξίζεις.
Το μάντεψες, έτσι δεν είναι; Είμαι το συναίσθημα της απόρριψης που νιώθεις για τον ίδιο σου τον εαυτό».
Όλα άρχισαν εκείνη τη γκρίζα μέρα που αφέθηκες να πεις περήφανος «ΕΓΩ ΕΙΜΑΙ !» Και, ντροπιασμένος και φοβισμένος, κατέβασες το κεφάλι κι άλλαξες τα λόγια και τις πράξεις σου με ένα καλό συλλογισμό: «ΕΓΩ ΘΑ ΕΠΡΕΠΕ ΝΑ ΗΜΟΥΝ…» 

Jorge Bucay ,«Να σου πω μια ιστορία» (εκδ. Opera).

Τρίτη 2 Ιανουαρίου 2018

Προσοχή… Δεν είναι όλοι ικανοί να αναγνωρίσουν την πραγματική μας αξία.




Από την παιδική μας ηλικία μέχρι τα βαθιά μας γεράματα θα έρθουμε σε επαφή με διάφορους ανθρώπους. Ανθρώπους που θα διαμορφώσουν μια κάποια άποψη για εμάς και ενδεχομένως να μας την εκφράσουν ανοιχτά. Θα μας κρίνουν για την εμφάνιση, το χαρακτήρα μας και πολλά άλλα. Και βέβαια θα επηρεαστούμε ανάλογα. Μια άσχημη κριτική, ένας άσχημος λόγος εις βάρος μας θα μας κάνει να νιώσουμε άσχημα… θα μας καταρρακώσει… θα μας δημιουργήσει ένα αίσθημα αναξιότητας.  Άλλωστε η εικόνα που διαμορφώνουμε για τον εαυτό μας βασίζεται σε μεγάλο βαθμό από την αντιμετώπιση των άλλων απέναντί μας. Το θέμα είναι: «Πρέπει να δίνουμε βάση σε ό, τι μας λένε οι άλλοι;». «Μήπως ο άνθρωπος που έχουμε απέναντί μας δεν έχει σωστή κρίση και η άποψη του είναι παντελώς άκυρη;» Ποια η απάντηση σε αυτά τα ερωτήματα ; Μας τη δίνει με έναν πολύ όμορφο τρόπο ο Χ. Μπουκάι, χρησιμοποιώντας μια διδακτική ιστορία για μικρούς και μεγάλους. Ο τίτλος της είναι «Η αληθινή αξία του δαχτυλιδιού».

‘«Ήρθα, δάσκαλε, γιατί νιώθω τόσο ασήμαντος που δεν έχω όρεξη να κάνω τίποτα. Μου λένε ότι δεν αξίζω τίποτα, ότι δεν κάνω τίποτα σωστά, ότι είμαι αδέξιος και χαζός. Πώς μπορώ να βελτιωθώ; Τι μπορώ να κάνω για να με εκτιμήσουν περισσότερο;».
Ο δάσκαλος, χωρίς να τον κοιτάξει, του είπε:
«Πόσο λυπάμαι, αγόρι μου. Δεν μπορώ να σε βοηθήσω γιατί πρώτα πρέπει να λύσω ένα δικό μου πρόβλημα. Μετά, ίσως…» και ύστερα από μια παύση συνέχισε : «Αν θέλεις να με βοηθήσεις εσύ, μπορεί να λύσω γρήγορα το πρόβλημά μου και μετά να μπορέσω να σε βοηθήσω».
«Ε …;μετά χαράς, δάσκαλε» είπε διστακτικά ο νεαρός, νιώθοντας ότι τον υποτιμούσαν για άλλη μια φορά και μετέθεταν τις ανάγκες του.
«Ωραία» συνέχισε ο δάσκαλος. Έβγαλε το δαχτυλίδι που φορούσε στο αριστερό του χέρι και το έδωσε στο αγόρι, λέγοντας : «Πάρε το άλογο που είναι εκεί έξω και τρέξε στην αγορά. Πρέπει να πουλήσω αυτό το δαχτυλίδι για να πληρώσω ένα χρέος. Είναι ανάγκη να πάρεις όσο περισσότερα χρήματα μπορείς για αυτό. Και με κανέναν τρόπο μη δεχτείς λιγότερα από ένα χρυσό φλουρί. Πήγαινε και έλα με το χρυσό φλουρί όσο πιο γρήγορα μπορείς».
Ο νεαρός πήρε το δαχτυλίδι κι έφυγε. Μόλις έφτασε στην αγορά άρχισε να προσφέρει το δαχτυλίδι στους εμπόρους που το κοίταζαν με κάποιο ενδιαφέρον, ώσπου ο νεαρός έλεγε τι ζητούσε γι’ αυτό. Όταν το παιδί έλεγε «ένα χρυσό φλουρί» άλλοι γελούσαν, άλλοι του γύριζαν τις πλάτες και μόνο ένας γέροντας φάνηκε αρκετά ευγενικός για να μπει στον κόπο να του εξηγήσει ότι ένα χρυσό φλουρί ήταν πάρα πολύ για ένα δαχτυλίδι. Θέλοντας να βοηθήσει, ένας του πρόσφερε ένα ασημένιο νόμισμα κι ένα μπακιρένιο τάσι, όμως, ο νεαρός είχε οδηγίες να μη δεχτεί λιγότερα από ένα χρυσό φλουρί κι έτσι απέρριψε την προσφορά.
Αφού προσπάθησε να πουλήσει το κόσμημα σε όποιον συνάντησε στο δρόμο του στην αγορά – και σίγουρα θα ήταν πάνω από εκατό άτομα – , παραδέχτηκε την αποτυχία του, καβάλησε το άλογο και γύρισε πίσω.
Πόσο θα ήθελε ο νεαρός να είχε ένα χρυσό φλουρί για να το δώσει στο δάσκαλο και να τον γλυτώσει από το πρόβλημά του. Έτσι, θα έπαιρνε κι αυτός τη συμβουλή και τη βοήθεια του δασκάλου.
Μπήκε μέσα στην κάμαρη.
«Δάσκαλε» είπε, «λυπάμαι. Είναι αδύνατο να τα καταφέρω. Ίσως να μπορούσα να πάρω δύο ή τρία ασημένια, όμως, νομίζω ότι δεν μπορώ να γελάσω κανέναν για την πραγματική αξία του δαχτυλιδιού.»
«Αυτό που είπες είναι πολύ σημαντικό, νεαρέ μου φίλε» απάντησε χαμογελώντας ο δάσκαλος. «Πρέπει πρώτα να μάθουμε την αληθινή αξία του δαχτυλιδιού. Καβάλησε πάλι το άλογο και πήγαινε στον κοσμηματοπώλη. Ποιος άλλος θα ξέρει καλύτερα; Πες του ότι θέλεις να το πουλήσεις και ρώτησέ τον πόσα μπορεί να πιάσει. Όμως, μην του το πουλήσεις όσα κι αν σου προσφέρει. Γύρισε πίσω με το δαχτυλίδι.»
Ο νεαρός καβάλησε το άλογο κι έφυγε πάλι. Ο κοσμηματοπώλης εξέτασε το δαχτυλίδι στο φως του κεριού, το κοίταξε με το φακό, το ζύγισε και μετά είπε στο παιδί:
«Πες στο δάσκαλο, αγόρι μου, ότι αν θέλει να το πουλήσει αμέσως, δεν μπορώ να του δώσω παραπάνω από πενήντα οχτώ χρυσά φλουριά για το δαχτυλίδι του».
«Πενήντα οχτώ χρυσά;» φώναξε το παιδί.
«Ναι» απάντησε ο κοσμηματοπώλης. «Βέβαια,, με λίγη υπομονή θα μπορούσαμε να βγάλουμε γύρω στα εβδομήντα χρυσά φλουριά, όμως, αν είναι επείγον …;». Ο νεαρός έτρεξε συγκινημένος στο σπίτι του δασκάλου να του πει τα καθέκαστα.
«Κάθισε» του είπε ο δάσκαλος αφού τον άκουσε. «Είσαι κι εσύ σαν αυτό το δαχτυλίδι. Ένα πολύτιμο και μοναδικό κόσμημα. Και σαν τέτοιο, πρέπει να σ΄ εκτιμήσει ένας αληθινός ειδικός. Γιατί στη ζωή σου γυρίζεις εδώ κι εκεί ζητώντας να εκτιμήσει ο καθένας την πραγματική σου αξία;».
Και μ’ αυτά τα λόγια, έβαλε πάλι το δαχτυλίδι στο μικρό του δάχτυλο του αριστερού του χεριού…’


Να, λοιπόν, που δεν έχουν μάθει όλοι οι άνθρωποι να κρίνουν σωστά. Κάποιοι στέκονται ενδεχομένως στη επιφάνεια και όχι στην ουσία. Κάποιοι έχουν την τάση να κρίνουν αρνητικά όλους και όλα. Εμείς από την πλευρά μας τώρα θα πρέπει να είμαστε σε θέση να διακρίνουμε ποιον έχουμε απέναντί μας. Έχουμε να κάνουμε με κάποιον με σωστή κρίση ή όχι; Αν ναι τότε θα λάβουμε σοβαρά υπόψη την άποψή του. Αν όχι, καλό θα ήταν να αγνοήσουμε τα λεγόμενά του και να μην αφήσουμε να μας επηρεάσει. Το όλο θέμα απαιτεί εκπαίδευση… εξάσκηση. Δεν είναι απλό. Και δεν είμαστε μόνο εμείς. Αν είμαστε άνθρωποι που ασχολούμαστε με παιδιά (γονείς, εκπαιδευτικοί, ψυχολόγοι κτλ), θα πρέπει ανάμεσα στα άλλα να τους διδάξουμε ακριβώς αυτό. Να μάθουν να ξεχωρίζουν τί πρέπει να δέχονται από αυτά που τους λένε οι άλλοι και τί όχι. Η έλλειψη διάκρισης θα οδηγήσει ενδεχομένως σε μια τραυματισμένη αυτοεικόνα-αυτοεκτίμηση… Σε αισθήματα κατωτερότητας και αναξιότητας.

Η χαμηλή αυτοεκτίμηση είναι δυστυχώς ένα πολύ συχνό πρόβλημα και η βάση πολλών ψυχολογικών προβλημάτων. Γι’ αυτό, λίγη αδιαφορία και μια καλώς νοούμενη αναισθησία πότε πότε, προκειμένου να διατηρήσουμε την ψυχική μας ισορροπία, δεν βλάπτει. Προσοχή, λοιπόν, και διάκριση. Γιατί, όπως λέει και η ιστορία μας, δεν είναι όλοι ικανοί να αναγνωρίσουν την πραγματική μας αξία.

Ελένη Κώστογλου
Ψυχολόγος

Πηγή: Χ. Μπουκάι, Να σου πω μια ιστορία, εκδόσεις opera

Πρωτοδημοσιεύτηκε στο https://pigipaideias.wordpress.com