Κυριακή 27 Μαΐου 2018

Πεντηκοστή- Οι Ευχές της Γονυκλισίας


Έτι και έτι, κλίναντες τα γόνατα, του Κυρίου δεηθώμεν. Και ημών κλινόντων τα γόνατα επί γης, και ασκεπών όντων, αναγινώσκει ο Ιερεύς τας Ευχάς από του βήματος μεγαλοφώνως εις επήκοον πάντων.

Άχραντε, αμίαντε, άναρχε, αόρατε, ακατάληπτε, ανεξιχνίαστε, αναλλοίωτε, ανυπέρβλητε, αμέτρητε, ανεξίκακε Κύριε, ο μόνος έχων αθανασίαν, φως οικών απρόσιτον, ο ποιήσας τον ουρανόν, και την γην, και την θάλασσαν, και πάντα τα δημιουργηθέντα εν αυτοίς, ο προ του αιτείσθαι τοις πάσι τας αιτήσεις παρέχων. Σού δεόμεθα, και σε παρακαλούμεν, Δέσποτα φιλάνθρωπε, τον Πατέρα του Κυρίου, και Θεού, και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού, του δι’ ημάς τους ανθρώπους, και διά την ημετέραν σωτηρίαν κατελθόντος εκ των ουρανών, και σαρκωθέντος εκ Πνεύματος αγίου και Μαρίας της αειπαρθένου, και ενδόξου, Θεοτόκου. ος πρότερον μεν λόγοις διδάσκων, ύστερον δε και έργοις υποδεικνύς, ηνίκα το σωτήριον υφίστατο πάθος, παρέσχεν ημίν υπογραμμόν τοις ταπεινοίς, και αμαρτωλοίς, και αναξίοις δούλοις σου, δεήσεις προσφέρειν, εν αυχένος και γονάτων κλίσεσιν, υπέρ των ιδίων αμαρτημάτων, και των του λαού αγνοημάτων. Αυτός ούν, πολυέλεε και φιλάνθρωπε, επάκουσον ημών, εν η αν ημέρα επικαλεσώμεθά σε εξαιρέτως δε, εν τη ημέρα ταύτη της Πεντηκοστής, εν η, μετά το αναληφθήναι τον Κύριον ημών, Ιησούν Χριστόν εις τους ουρανούς, και καθεσθήναι εν δεξιά σού του Θεού και Πατρός, κατέπεμψε το άγιον Πνεύμα επί τους αγίους αυτού μαθητάς και Αποστόλους, ο και εκάθισεν εφ’ ένα έκαστον αυτών και επλήσθησαν άπαντες της ακενώτου χάριτος αυτού, και ελάλησαν ετέραις γλώσσαις τα μεγαλείά σου, και προεφήτευσαν. Νυν ούν δεομένων επάκουσον ημών, και μνήσθητι ημών των ταπεινών, και κατακρίτων, και επίστρεψον την αιχμαλωσίαν των ψυχών ημών, την οικείαν συμπάθειαν έχων υπέρ ημών πρεσβεύουσαν.
Δέξαι ημάς προσπίπτοντάς σοι, και βοώντας το, Ημάρτομεν. Επί σε επερρίφημεν εκ μήτρας, από γαστρός μητρός ημών, Θεός ημών συ ει, αλλ’ ότι εξέλιπον εν ματαιότητι αι ημέραι ημών, γεγυμνώμεθα της σης βοηθείας, εστερήμεθα από πάσης απολογίας. Αλλά θαρρούντες τοις οικτιρμοίς σου, κράζομεν. Αμαρτίας νεότητος ημών, και αγνοίας μη μνησθής, και εκ των κρυφίων ημών καθάρισον ημάς. Μη απορρίψης ημάς εις καιρόν γήρως, εν τω εκλείπειν την ισχύν ημών, μη εγκαταλίπης ημάς, πριν ημάς εις την γην αποστρέψαι, αξίωσον προς σε επιστρέψαι, και πρόσχες ημίν εν ευμενεία και χάριτι. Επιμέτρησον τας ανομίας ημών τοις οικτιρμοίς σου, αντίθες την άβυσσον των οικτιρμών σου, τω πλήθει των πλημμελημάτων ημών. Επίβλεψον εξ ύψους αγίου σου, Κύριε, επί τον λαόν σου τον περιεστώτα, και απεκδεχόμενον το παρά σού πλούσιον έλεος, επίσκεψαι ημάς εν τη χρηστότητί σου, ρύσαι ημάς εκ της καταδυναστείας του Διαβόλου, ασφάλισαι την ζωήν ημών τοις αγίοις και ιεροίς νόμοις σου, Αγγέλω πιστώ φύλακι παρακατάθου τον λαόν σου, πάντας ημάς συνάγαγε εις την Βασιλείαν σου, δος συγγνώμην τοις ελπίζουσιν επί σε, άφες αυτοίς και υμίν τα αμαρτήματα, καθάρισον ημάς τη ενεργεία του αγίου σου Πνεύματος, διάλυσον τας καθ’ημών μηχανάς του εχθρού.
Επισυνάπτει και ταύτην την Ευχήν
Ευλογητός ει, Κύριε, Δέσποτα παντοκράτορ, ο φωτίσας την ημέραν τω φωτί τω ηλιακώ, και την νύκτα φαιδρύνας ταίς αυγαίς του πυρός, ο το μήκος της ημέρας διελθείν ημάς καταξιώσας, και προσεγγίσαι ταίς αρχαίς της νυκτός, επάκουσον της δεήσεως ημών, και παντός του λαού σου, και πάσιν ημίν συγχωρήσας τα εκούσια και τα ακούσια αμαρτήματα, πρόσδεξαι τας εσπερινάς ημών ικεσίας, και κατάπεμψον το πλήθος του ελέους σου και των οικτιρμών σου επί την κληρονομίαν σου. Τείχισον ημάς αγίοις Αγγέλοις σου όπλισον ημάς όπλοις δικαιοσύνοις σου, περιχαράκωσον ημάς τη αληθεία σου, φρούρησον ημάς τη δυνάμει σου, ρύσαι ημάς εκ πάσης περιστάσεως, και πάσης επιβουλής του αντικειμένου. Παράσχου δε ημίν και την παρούσαν εσπέραν, συν τη επερχομένη νυκτί, τελείαν, αγίαν, ειρηνικήν, αναμάρτητον, ασκανδάλιστον, αφάνταστον, και πάσας τας ημέρας της ζωής ημών πρεσβείαις της αγίας Θεοτόκου, και πάντων των Αγίων των απ’ αιώνός σοι ευαρεστησάντων.
Ο Ιερεύς επεύχεται
Κύριε Ιησού Χριστέ, ο Θεός ημών, ο την σην ειρήνην δεδωκώς τοις ανθρώποις, και την του παναγίου Πνεύματος δωρεάν, έτι τω βίω και ημίν συμπαρών, εις κληρονομίαν αναφαίρετον τοις πιστοίς αεί παρέχων, εμφανέστερον δε ταύτην την χάριν τοις σοίς μαθηταίς και Αποστόλοις σήμερον καταπέμψας, και τα τούτων χείλη πυρίναις στομώσας γλώσσαις, δι’ ων παν γένος ανθρώπων την θεογνωσίαν, ιδία διαλέκτω, εις ακοήν ωτίου δεξάμενοι, φωτί του Πνεύματος εφωτίσθημεν, και της πλάνης ως εκ σκότους απηλλάγημεν, και τη των αισθητών και πυρίνων γλωσσών διανομή, και υπερφυεί ενεργεία, την εις σε πίστιν εμαθητεύθημεν, και σε θεολογείν, συν τω Πατρί και τω αγίω Πνεύματι, εν μια θεότητι, και δυνάμει, και εξουσία κατηυγάσθημεν. Συ ούν το απαύγασμα του Πατρός, ο της ουσίας και της φύσεως αυτού απαράλλακτος, και αμετακίνητος χαρακτήρ, η πηγή της σωτηρίας και της χάριτος, διάνοιξον καμού του αμαρτωλού τα χείλη, και δίδαξόν με πως δεί, και υπέρ ων χρη προσεύχεσθαι. Συ γαρ ει, ο γινώσκων το πολύ των αμαρτιών μου πλήθος, αλλ’ η ση ευσπλαγχνία νικήσει τούτων το άμετρον, ιδού γαρ φόβω παρίσταμαί σοι, εις το πέλαγος του ελέους σου την απόγνωσιν απορρίψας της ψυχής μου. Κυβέρνησόν μου την ζωήν, ο πάσαν ρήματι την κτίσιν αρρήτω σοφίας δυνάμει κυβερνών, ο εύδιος των χειμαζομένων λιμήν, και γνώρισόν μοι οδόν, εν η πορεύσομαι.
Πνεύμα σοφίας σου, τοις εμοίς παράσχου διαλογισμοίς, Πνεύμα συνέσεως τη αφροσύνη μου δωρούμενος. Πνεύμα φόβου σου τοις εμοίς επισκίασον έργοις και Πνεύμα ευθές εγκαίνισον εν τοις εγκάτοις μου, και Πνεύματι ηγεμονικώ το της διανοίας μου στήριξον ολισθηρόν, ίνα καθ’ εκάστην ημέραν, τω Πνεύματί σου τω αγαθώ, προς το συμφέρον οδηγούμενος, καταξιωθώ ποιείν τας εντολάς σου, και της σης αεί μνημονεύειν ενδόξου, και ερευνητικής των πεπραγμένων ημίν παρουσίας, και μη παρίδης με τοις φθειρομένοις του κόσμου εναπατάσθαι τερπνοίς, αλλά των μελλόντων ορέγεσθαι της απολαύσεως ενίσχυσον θησαυρών. Συ γαρ είπας, Δέσποτα, ότι περ, όσα αν τις αιτήσηται εν τω ονόματί σου, ακωλύτως παρά του σού λαμβάνει συναιδίου Θεού και Πατρός, διό καγώ ο αμαρτωλός, εν τη επιφοιτήσει του αγίου σου Πνεύματος, την σην ικετεύω αγαθότητα. Όσα ηυξάμην, απόδος μοι εις σωτηρίαν. Ναί, Κύριε, ο πάσης ευεργεσίας πλουσιοπάροχος δοτήρ αγαθός, ότι συ ει ο διδούς υπερεκπερισσού, ων αιτούμεθα. Συ ει ο συμπαθής, ο ελεήμων, ο αναμαρτήτως γεγονώς της σαρκός ημών κοινωνός, και τοις κάμπτουσι προς σε γόνυ, επικαμπτόμενος φιλευσπλάγχνως, ιλασμός τε γενόμενος των αμαρτιών ημών. Δος δη, Κύριε, τω λαώ σου τους οικτιρμούς σου, επάκουσον ημών εξ ουρανού αγίου σου, αγίασον αυτούς τη δυνάμει της σωτηρίου δεξιάς σου, σκέπασον αυτούς εν τη σκέπη των πτερύγων σου, μη παρίδης τα έργα των χειρών σου.
Σοι μόνω αμαρτάνομεν, αλλά και σοι μόνω λατρεύομεν, ουκ οίδαμεν προσκυνείν Θεώ αλλοτρίω, ουδέ διαπετάζειν προς έτερον Θεόν τας εαυτών, Δέσποτα, χείρας. Άφες ημίν τα παραπτώματα, και προσδεχόμενος ημών τας γονυπετείς δεήσεις, έκτεινον πάσιν ημίν χείρα βοηθείας, πρόσδεξαι την ευχήν πάντων, ως θυμίαμα δεκτόν, αναλαμβανόμενον ενώπιον της σης υπεραγάθου βασιλείας.
Επισυνάπτει και ταύτην
Κύριε, Κύριε, ο ρυσάμενος ημάς από παντός βέλους πετομένου ημέρας, ρύσαι ημάς και από παντός πράγματος εν σκότει διαπορευομένου. Πρόσδεξαι θυσίαν εσπερινήν, τας των χειρών ημών επάρσεις. Καταξίωσον δε ημάς και το νυκτερινόν στάδιον αμέμπτως διελθείν, απειράστους κακών, και λύτρωσαι ημάς από πάσης ταραχής και δειλίας, της εκ του Διαβόλου ημίν προσγινομένης. Χάρισαι ταίς ψυχαίς ημών κατάνυξιν, και τοις λογισμοίς ημών μέριμναν, της εν τη φοβερά και δικαία σου κρίσει εξετάσεως. Καθήλωσον εκ του φόβου σου τας σάρκας ημών, και νέκρωσον τα μέλη ημών τα επί της γης, ίνα, και εν τη καθ’ ύπνον ησυχία, εμφαιδρυνώμεθα τη θεωρία των κριμάτων σου. Απόστησον δε αφ’ ημών πάσαν φαντασίαν απρεπή, και επιθυμίαν βλαβεράν. Διανάστησον δε ημάς εν τω καιρώ της προσευχής εστηριγμένους εν τη πίστει, και προκόπτοντας εν τοις παραγγέλμασί σου.
Έτι και έτι, κλίναντες τα γόνατα, του Κυρίου δεηθώμεν.
Ο Ιερεύς την Ευχήν
Η αενάως βρύουσα ζωτική και φωτιστική πηγή, η συναίδιος του Πατρός δημιουργική δύναμις, ο πάσαν την οικονομίαν, διά την των βροτών σωτηρίαν, υπερκάλλως πληρώσας, Χριστέ, ο Θεός ημών. Ο θανάτου δεσμούς αλύτους, και κλείθρα Άδου διαρρήξας, πονηρών δε πνευμάτων πλήθη καταπατήσας, ο προσαγαγών σεαυτόν άμωμον υπέρ ημών ιερείον, το σώμα δούς το άχραντον εις θυσίαν, το πάσης αμαρτίας άψαυστόν τε και άβατον, και διά της φρικτής ταύτης, και ανεκδιηγήτου ιερουργίας, ζωήν ημίν αιώνιον χαρισάμενος, ο εις Άδου καταβάς, και μοχλούς αιωνίους συντρίψας, και τοις κάτω καθημένοις άνοδον υποδείξας, τον δε αρχέκακον και βύθιον δράκοντα, θεοσόφω δελεάσματι αγκιστρεύσας, και σειραίς ζόφου δεσμεύσας εν ταρτάρω, και πυρί ασβέστω, και σκότει εξωτέρω, διά της απειροδυνάμου σου κατασφαλισάμενος ισχύος, η μεγαλώνυμος σοφία του Πατρός, ο τοις επηρεαζομένοις μέγας επίκουρος φανείς, και φωτίσας τους εν σκότει, και σκιά θανάτου καθημένους. Συ, δόξης αενάου Κύριε, και Πατρός υψίστου Υιέ αγαπητέ, αίδιον φως, εξ αιδίου φωτός, Ήλιε δικαιοσύνης, επάκουσον ημών δεομένων σου, και ανάπαυσον τας ψυχάς των δούλων σου, των προκεκοιμημένων πατέρων και αδελφών ημών, και των λοιπών συγγενών κατά σάρκα, και πάντων των οικείων της πίστεως, περί ων και την μνήμην ποιούμεθα νυν, ότι εν σοι πάντων το κράτος, και εν τη χειρί σου κατέχεις πάντα τα πέρατα της γης. Δέσποτα παντοκράτορ, Θεέ Πατέρων, και Κύριε του ελέους, γένους θνητού τε και αθανάτου, και πάσης φύσεως ανθρωπίνης δημιουργέ, συνισταμένης τε και πάλιν λυομένης, ζωής τε και τελευτής, της ενταύθα διαγωγής, και της εκείθεν μεταστάσεως, ο χρόνους μετρών τοις ζώσι, και καιρούς θανάτου ιστών, κατάγων εις Άδου και ανάγων, δεσμεύων εν ασθενεία, και απολύων εν δυναστεία, ο τα παρόντα χρησίμως οικονομών, και τα μέλλοντα λυσιτελώς διοικών, ο τους θανάτου κέντρω πληγέντας, αναστάσεως ελπίσι ζωογονών. Αυτός Δέσποτα των απάντων, ο Θεός, ο Σωτήρ ημών, η ελπίς πάντων των περάτων της γης, και των εν θαλάσση μακράν, ο και εν ταύτη τη εσχάτη, και μεγάλη και σωτηρίω ημέρα της Πεντηκοστής, το μυστήριον της αγίας, και Ομοουσίου, και συναιδίου, και αδιαιρέτου, και ασυγχύτου Τριάδος υποδείξας ημίν, και την επιφοίτησιν και παρουσίαν του αγίου και ζωοποιού σου Πνεύματος, εν είδει πυρίνων γλωσσών, επί τους αγίους σου Αποστόλους εκχέας, και ευαγγελιστάς αυτούς θέμενος της ευσεβούς ημών πίστεως, και Ομολογητάς και κήρυκας της αληθούς αναδείξας θεολογίας, ο και εν αυτή τη παντελείω Εορτή και σωτηριώδει, ιλασμούς ικεσίους, υπέρ των κατεχομένων εν Άδη, καταξιώσας δέχεσθαι, μεγάλας τε παρέχων ημίν ελπίδας, άνεσιν τοις κατοιχομένοις των κατεχόντων αυτούς ανιαρών, και παραψυχήν παρά σού καταπέμπεσθαι. Επάκουσον ημών των ταπεινών, οικτρών δεομένων σου, και ανάπαυσον τας και ψυχάς των δούλων σου των προκεκοιμημένων, εν τόπω φωτεινώ, εν τόπω χλοερώ, εν τόπω αναψύξεως, ένθα απέδρα πάσα οδύνη, λύπη, και στεναγμός, και κατάταξον τα πνεύματα αυτών εν σκηναίς Δικαίων, και ειρήνης και ανέσεως αξίωσον αυτούς, ότι ουχ οι νεκροί αινέσουσί σε, Κύριε, ουδέ οι εν Άδη εξομολόγησιν παρρησιάζονται προσφέρειν σοι, αλλ’ ημείς οι ζώντες ευλογούμέν σε και ικετεύομεν, και τας ιλαστηρίους ευχάς και θυσίας προσάγομέν σοι υπέρ των ψυχών αυτών.
Επισυνάπτει και ταύτην την Ευχήν
Ο Θεός ο μέγας και αιώνιος, ο άγιος και φιλάνθρωπος, ο καταξιώσας ημάς και εν ταύτη τη ώρα στήναι ενώπιον της απροσίτου σου δόξης, εις ύμνον και αίνον των θαυμασίων σου, ιλάσθητι ημίν τοις αναξίοις δούλοις σου, και παράσχου χάριν, του μετά συντετριμμένης καρδίας αμετεωρίστως προσενεγκείν σοι την τρισάγιον δοξολογίαν, και την ευχαριστίαν των μεγάλων σου δωρεών, ων εποίησας και ποιείς πάντοτε εις ημάς. Μνήσθητι, Κύριε, της ασθενείας ημών, και μη συναπολέσης ημάς ταίς ανομίαις ημών, αλλά ποίησον μέγα έλεος μετά της ταπεινώσεως ημών, ίνα, το της αμαρτίας σκότος διαφυγόντες, εν ημέρα δικαιοσύνης περιπατήσωμεν, και ενδυσάμενοι τα όπλα του φωτός, ανεπιβουλεύτως διατελέσωμεν από πάσης επηρείας του πονηρού, και μετά παρρησίας δοξάσωμεν επί πάσι, σε τον μόνον αληθινόν και φιλάνθρωπον Θεόν. Σον γαρ ως αληθώς, και μέγα όντως μυστήριον, Δέσποτα των απάντων και ποιητά, η τε πρόσκαιρος λύσις των σων κτισμάτων, και η μετά ταύτα συνάφεια, και ανάπαυσις η εις αιώνας. Σοι χάριν επί πάσιν ομολογούμεν, επί ταίς εισόδοις ημών ταίς εις τον κόσμον τούτον, και ταίς εξόδοις, αι τας ελπίδας ημών της Αναστάσεως, και της ακηράτου ζωής, διά της σης αψευδούς επαγγελίας προμνηστεύονται, ης απολαύσαιμεν εν τη δευτέρα μελλούση παρουσία σου. Συ γαρ ει και της αναστάσεως ημών αρχηγός, και των βεβιωμένων αδέκαστος, και φιλάνθρωπος κριτής, και της μισθαποδοσίας Δεσπότης και Κύριος, ο και κοινωνήσας ημίν παραπλησίως σαρκός και αίματος, διά συγκατάβασιν άκραν, και των ημετέρων αδιαβλήτων παθών, εν τω εκουσίως εις πείραν καταστήναι, προσλαβόμενος σπλάγχνα οικτιρμών, και εν ω πέπονθας πειρασθείς αυτός, τοις πειραζομένοις ημίν γενόμενος αυτεπάγγελτος βοηθός, διό και συνήγαγες ημάς εις την σην απάθειαν. Δέξαι ούν, Δέσποτα, δεήσεις και ικεσίας ημετέρας, και ανάπαυσον πάντας τους πατέρας εκάστου, και μητέρας, και αδελφούς, και αδελφάς και τέκνα, και ει τι άλλο ομογενές και ομόφυλον, και πάσας τας προαναπαυσαμένας ψυχάς επ’ ελπίδι αναστάσεως ζωής αιωνίου, και κατάταξον τα πνεύματα αυτών και τα ονόματα εν βίβλω ζωής, εν κόλποις Αβραάμ, Ισαάκ και Ιακώβ, εν χώρα ζώντων, εις βασιλείαν ουρανών, εν Παραδείσω τρυφής, διά των φωτεινών Αγγέλων σου εισάγων άπαντας εις τας αγίας σου μονάς, συνέγειρον και τα σώματα ημών εν ημέρα, η ώρισας, κατά τας αγίας σου και αψευδείς επαγγελίας, ουκ έστιν ούν, Κύριε, τοις δούλοις σου θάνατος, εκδημούντων ημών από του σώματος, και προς σε τον Θεόν ενδημούντων, αλλά μετάστασις από των λυπηροτέρων επί τα χρηστότερα και θυμηδέστερα, και ανάπαυσις και χαρά. Ει δε και τι ημάρτομεν εις σε, ίλεως γενού ημίν τε και αυτοίς, διότι ουδείς καθαρός από ρύπου ενώπιόν σου, ουδ’ αν μία ημέρα η η ζωή αυτού, ειμή μόνος συ, ο επί γης φανείς αναμάρτητος, ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός, δι’ ου πάντες ελπίζομεν ελέους τυχείν, και αφέσεως αμαρτιών. Διά τούτο ημίν τε και αυτοίς, ως αγαθός και φιλάνθρωπος Θεός, άνες, άφες, συγχώρησον τα παραπτώματα ημών, τα εκούσια και τα ακούσια, τα εν γνώσει και εν αγνοία, τα πρόδηλα, τα λανθάνοντα, τα εν πράξει, εν διανοία, τα εν λόγω, τα εν πάσαις ημών ταίς αναστροφαίς, και τοις κινήμασι, και τοις μεν προλαβούσιν ελευθερίαν και άνεσιν δώρησαι, ημάς δε τους περιεστώτας ευλόγησον, τέλος αγαθόν και ειρηνικόν παρεχόμενος ημίν τε, και παντί τω λαώ σου, και ελέους σπλάγχνα και φιλανθρωπίας διανοίγων ημίν, εν τη φρικτή και φοβερά σου παρουσία, και της βασιλείας σου αξίους ημάς ποίησον.
Επισυνάπτει και ταύτην
Ο Θεός ο μέγας και ύψιστος, ο μόνος έχων αθανασίαν, φως οικών απρόσιτον, ο πάσαν την κτίσιν εν σοφία δημιουργήσας, Ο διαχωρήσας ανά μέσον του φωτός, και αναμέσον του σκότους, και τον ήλιον θέμενος εις εξουσίαν της ημέρας, σελήνην δε και αστέρας εις εξουσίαν της νυκτός, ο καταξιώσας ημάς τους αμαρτωλούς, και επί της παρούσης ημέρας προφθάσαι το πρόσωπόν σου εν εξομολογήσει, και την εσπερινήν σοι λατρείαν προσαγαγείν. Αυτός, φιλάνθρωπε Κύριε, κατεύθυνον την προσευχήν ημών, ως θυμίαμα ενώπιόν σου, και πρόσδεξαι αυτήν εις οσμήν ευωδίας. Παράσχου δε ημίν την παρούσαν εσπέραν, και την επιούσαν νύκτα ειρηνικήν, ένδυσον ημάς όπλα φωτός, ρύσαι ημάς από φόβου νυκτερινού, και από παντός πράγματος εν σκότει διαπορευομένου, και δώρησαι ημίν τον ύπνον, ον εις ανάπαυσιν τη ασθενεία ημών εδωρήσω, πάσης διαβολικής φαντασίας απηλλαγμένον. Ναί, Δέσποτα των απάντων, των αγαθών χορηγέ, ίνα, και εν ταίς κοίταις ημών κατανυγόμενοι, μνημονεύωμεν και εν νυκτί του παναγίου ονόματός σου, και τη μελέτη των σων εντολών καταυγαζόμενοι, εν αγαλλιάσει ψυχής διανιστώμεν προς δοξολογίαν της σης αγαθότητος, δεήσεις και ικεσίας τη ση ευσπλαγχνία προσάγοντες, υπέρ των ιδίων αμαρτιών, και παντός του λαού σου, ον ταίς πρεσβείαις της αγίας Θεοτόκου εν ελέει επίσκεψαι.
Πηγή: https://www.vimaorthodoxias.gr

1 σχόλιο:

  1. Χαίρετε! Μήπως θα μπορούσε να μας εξηγήσει κάποιος το "και ασκεπών όντων';;; Δηλαδή οι άντρες ούτως ή άλλως είναι ασκεπείς,άρα για τις γυναίκες το λέει; Μια ανάλυση αν γνωρίζει κάποιος,σας ευχαριστώ!

    ΑπάντησηΔιαγραφή